Σάββατο 20 Μαρτίου 2021

Πώς μεγαλώνεις; - Χόρχε Μπουκάι

 

Μια φορά κι ένα καιρό ένας βασιλιά περπατούσε στον κήπο του, όταν ανακάλυψε ότι τα δέντρα, οι θάμνοι και τα λουλούδια πέθαιναν.

Η βελανιδιά του είπε ότι πέθαινε, γιατί δεν μπορούσε να είναι τόσο ψηλή όσο το πεύκο. Όταν γύρισε προς το Πεύκο, το βρήκε να είναι πεσμένο, γιατί δεν μπορούσε να δώσει σταφύλια, όπως η κληματαριά , ενώ η κληματαριά πέθαινε, γιατί δεν μπορούσε να ανθίσει, όπως η τριανταφυλλιά και η τριανταφυλλιά έκλαιγε, γιατί δεν μπορούσε να είναι τόσο ψηλή και γερή όπως η βελανιδιά. Τότε συνάντησε ένα άλλο φυτό, μία φράουλα, η οποία όχι μόνο άνθιζε, αλλά και ήταν τόσο φρέσκια όσο ποτέ άλλοτε. Ο βασιλιάς τη ρώτησε:

-Πώς και μεγαλώνεις τόσο υγιέστατα μέσα σ’ ένα κήπο μαραμένο και θλιβερό;

- Δεν ξέρω, ίσως επειδή πάντοτε υπέθετα ότι από τη στιγμή που με φύτευσες ήθελε φράουλες από εμένα. Αν ήθελες μία βελανιδιά ή ένα πεύκο θα το είχες φυτεύσει εσύ ο ίδιος. Έτσι θα προσπαθώ να είμαι φράουλα όσο καλύτερα μπορώ .

Τώρα είναι η σειρά σου. Είσαι εδώ για να συνεισφέρεις με την ίδια σου την ευωδιά. Απλά κοίταξε στον εαυτό σου. Δεν υπάρχει περίπτωση να είσαι κάποιο άλλο πρόσωπο. Μπορείς να το απολαύσεις και να ανθίσεις διαποτισμένος από αγάπη για τον ίδιο σου τον εαυτό, διαφορετικά μπορείς να μαραθείς μέσα στην ίδια σου την επίκριση.

Κείμενο από το ´´26 Cuentos para pensar´´ του Jorge Bucay

Μετάφραση: Γεωργία Ζαχαροπούλου

 

Σάββατο 31 Αυγούστου 2019

ΑΛΩΣΗ


Η Κωνσταντινούπολη φόρεσε την πιο λαμπρή στολή της, ενώ έβλεπε από ψηλά τους εχθρούς της να έρχονται ωσάν μνηστήρες έτοιμοι να αρπάξουν. Έμεινε ακίνητη και σιωπηλή περιμένοντας να της φορέσουν το χρυσοποίκιλτο φόρεμά της, στολισμένο με πολύτιμου λίθους, δώρα βασιλιάδων από τη μακρινή Ανατολή που είχαν ταξιδέψει κάποτε με τα καραβάνια κάτω απ’ τον εκτυφλωτικό ήλιο. Τώρα η βασίλισσα ντυνόταν σκεφτόμενη πώς ήρθε η ώρα να παραδοθεί. Ένα δάκρυ της έσταξε στο μαρμάρινο δάπεδο. Άλλο ένα στην έξοδό της από το δώμα της. Ώσπου όλο το παλάτι γέμισε με δάκρυα. Κατέβηκε μόνη της, χωρίς ακόλουθο, για να παραδοθεί σε αυτούς που ζητούσαν με μανία το σώμα της. ‘’Η ψυχή μου θα είναι πάντα ελληνική’’ αναφώνησε με τα δάκρυα πλέον να γίνονται φωτιά και το πρόσωπό της να ακτινοβολεί. Σαν σκύλοι έπεσαν επάνω της και την έσυραν από την καλοχτενισμένη χαίτη της. Δεν βόγκηξε ούτε μια στιγμή. Σιωπηρά δέχτηκε τη μοίρα της, το βασανιστήριό της. Όσο και να την βασάνισαν, όσο και να την ατίμωσαν, η ψυχή φώναζε για την ελληνικότητά της. Η ελληνική ψυχή της Κωνσταντινούπολης ταξιδεύει πάνω από το σώμα της, περιδιαβαίνει στα ερειπωμένα μνημεία της, προσπαθεί να μπει μέσα στα κλειδαμπαρωμένα σχολεία της. Υπομένει μέσα στο κελί της και περιμένει την απελευθέρωση της. Όταν πήγα να την δω μου ψιθύρισε χαμογελώντας ‘’Όσα κελιά κι αν με φυλακίσουν, η ψυχή μου πάντα θα βρίσκεται ελεύθερη και θα περιδιαβαίνει στους τόπους τούτους. Κι αν θέλουν να με θανατώσουν εγώ πάντοτε θα ζω μέσα απ’ την ανάμνησή σου, εγώ πάντοτε θα ζω όταν θα λες το όνομά μου, όταν θα σκέφτεσαι την Κωνσταντινούπολη με το χρυσοποίκιλτο φόρεμά της, όταν θα ονειρεύεσαι ότι ζεις στο παλάτι μου, όταν θα περπατάς μαζί μου στους δρόμους μου, όταν δεν θα ξεχνάς τις ρίζες σου , όταν θα θυμάσαι ότι είσαι Έλληνας, όχι ανώτερος από τους άλλους, απλά Έλληνας με δική του ιστορία΄΄.

ΦΙΛΟΣΟΦΗΜΑΤΑ: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ


Η αυγή, το νέο ξεκίνημα.Για μένα η ημέρα δεν τέλειωσε ούτε άρχισε πότε.Διάρκεια ακατάπαυστη. Μία συνεχής γραμμή χωρίς αρχή ούτε τέλος. Το μόνο που έχει σημασία είναι η ζωή, όχι σαν μια στιγμή που έρχεται και φεύγει, αλλά σαν μια διαρκή κατάσταση. Η ίδια κατάσταση την οποία εσύ ονομάζεις ως ρουτίνα και που η επανάληψη της σου μοιάζει ανιαρή κι όμως αυτή είναι η πραγματική ζωή κι αυτός που ξέρει και βιώνει αυτή την βαρετή επανάληψη είναι ευτυχισμένος, είναι τολμηρός. Δες μία απλή γραµμή. Σου φαίνεται απλή, μονότονη, ίδια σ όλα τα σημεία, αλλά για παρατήρησε καλύτερα... Μία γραμμή αποτελείται από πολλά διαφορετικά σημεία που απλά έτυχε να είναι το ένα τόσο κοντά στο άλλο που να μην μπορείς να διακρίνεις τη διαφορετικότητά τους. Έτσι αυτή η γραμμή είναι μοναδική και διαφορετική σε κάθε της σημείο. Έτσι κι η ζωή μου, απλή και συνάμα διαφορετική. Που οι στόχοι; Που τα όνειρα; Που το νέο ξεκίνημα. Μερικές φορές το να απαρνείσαι την πολυπλοκότητα και να επιλέγεις την απλότητα είναι η πιο τολμηρή επιλογή. Το να περπατάς στην ήσυχη γραμμή σου δεν σημαίνει ότι μένεις στάσιμος καθότι είσαι σε κίνηση χρησιμοποιώντας όλο σου το σώμα. Μερικές φορές το περπάτημα είναι σιγανό, απαλό σαν να χαζολογείς στην άκρη του δρόμου. Άλλες φορές το συνοδεύουν πηδηματάκια κι άλλες άλματα. Μερικές φορές μπορεί να κάνεις και μία παύση. Πάντως απ ότι βλέπεις έχει κι εδώ πολλές επιλογές. Η γραμμή είναι ίδια, δεν αλλάζει. Έτσι είναι η ζωή μας. Απλά εσύ μπορείς να αλλάξεις τον τρόπο που την περπατάς κι έτσι αυτή η μονότονη ζωή έχει διαφορετική όψη σε κάθε της σημείο. Μπορείς λοιπόν με ελευθερία να κινηθείς και να ζήσεις χωρίς να χάνεσαι και να δημιουργείς από μόνος σου καμπύλες. Ακολουθώντας τον δρόμο η γραμμή γίνεται ανηφορική και κατηφορική ώσπου να φτάσει στη κορύφωσή της. Εσύ επιλέγεις τον τρόπο, αλλά η γραμμή οδηγεί σ ένα μόνο μέρος, σ ένα μόνο στόχο, σ αυτό που οδηγείται η ψυχή σου, στην αιωνιότητα. Ζήσε λοιπόν αιώνια κι όχι τη στιγμή. Ζήσε τη συνέχεια κι όχι την αρχή. Μη βάζεις τέλος και μη χάνεσαι σε στόχους που μπορεί να σε βγάλουν απ τον δρόμο. 

ΦΙΛΟΣΟΦΗΜΑΤΑ: ΘΛΙΨΗ - ΕΝΑ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΟ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑ


Αισθάνεσαι θλίψη; Απογοήτευση; Νιώθεις ένα κενό μέσα σου που μεγαλώνει συνεχώς; Τη μια μέρα είσαι αισιόδοξος, την επόμενη σε πιάνει απαισιοδοξία και οκνηρία; Δεν βρίσκεις νόημα σε τίποτε και αναβάλλεις ό,τι καλό είχες να κάνεις σήμερα; Νιώθεις αδύναμος να εκτελέσεις αυτό που ονειρεύεσαι; Νιώθεις ανήμπορος να δημιουργήσεις; Δεν πιστεύεις στις δυνατότητές σου και απορείς πως κάποιοι γύρω σου πετυχαίνουν κι εσύ όχι; Αφήνεσαι με τη δικαιολογία ότι δεν θα τα καταφέρεις, ότι μάταια πασχίζεις; Φθονείς τον διπλανό σου επειδή τα κατάφερε; Να σου πω ένα μυστικό; Δεν είσαι ο μόνος.
Να ξέρεις ότι και ο πιο χαρούμενος άνθρωπος κρύβει κάτι που τον προβληματίζει. Έχει μια αδυναμία που του φέρει εμπόδια. Απλά μπορεί να είναι διαφορετική από τη δική σου. Η αδυναμία είναι στοιχείο της ανθρώπινης φύσης. Η αδυναμία ανήκει στη σάρκα, αλλά και στο ανήκει στο πνεύμα. Κάποιοι εμμένουν στην αδυναμία τους με αποτέλεσμα αυτή να μεγαλώνει, να πλαταίνει. Ο πνευματικός άνθρωπος έχει το θάρρος αποδυόμενος τον εγωισμό του να εντοπίζει την αδυναμία του και να τη μελετά για να την καταστείλει, καθώς για να επιτεθείς στον εχθρό χρειάζεται πρώτα να τον μελετήσεις, να δεις σε τι υπερτερεί και με ψυχραιμία με ποια όπλα μπορείς να τον αντιμετωπίσεις.
Εκτός από αδυναμίες έχεις και προτερήματα. Γι’ αυτό λοιπόν, θα ήταν καλό να κοιτάξεις στην αποθήκη των πλεονεκτημάτων σου εκείνα τα όπλα που θα συντελέσουν ώστε να απαλύνεις, αν όχι να εξουδετερώσεις, την αδυναμία. Γιατί στο αρνητικό αντιτάσσεται το θετικό. Αν κοιτάξεις βαθιά και σκαλίσεις, θα βρεις εκείνο το όπλο που θα διαλύσει την αδυναμία. Το έχεις μέσα σου, αρκεί να εξασκηθείς στον τρόπο ανακάλυψής του. Πώς; Μα με την αυτοκριτική.
Οι άνθρωποι συνηθίζουμε να κοιτάζουμε τα των άλλων. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι η μεγαλύτερή μας αδυναμία. Αδυνατούμε να κοιτάξουμε τον εαυτό μας, να τον θεωρήσουμε από μια τρίτη ματιά, από μια γωνιά να τον παρατηρήσουμε, κι αυτό από φόβο ότι θα ανακαλύψουμε πολλά. Βλέπεις ο εγωισμός δεν σε αφήνει να δεις, απλά σε κάνει να συμπεριφέρεσαι ωσάν τυφλός. Νομίζεις ότι βρίσκεσαι μόνος σου μες στο χώρο και παρόλο που δεν βλέπεις, δεν μπορείς να δεις ούτε και τον εαυτό σου για να τον εξετάσεις πιο βαθιά. Μένεις στο μαύρο, μένεις στο σκότος, έχοντας ένα μαντήλι πάνω απ’ όλους και απ’ όλα. Δεν κοιτάζεις τίποτε. Νομίζεις πως κοιτάς τι γίνεται γύρω σου. Ασχολείσαι με το εξωτερικό περιβάλλον κι όχι με το εσωτερικό περιβάλλον σου. Μα τόσο πολύ σε φοβίζει το τι θα βρεις;
Κατά κύριο λόγο οφείλεις να δεχθείς τον εαυτό σου σε όλη του τη διάσταση, και με τα καλά και με τα άσχημα και να προσπαθήσεις να βρεις τις αιτίες για το καθετί. Πχ που οφείλεται το ότι δεν είμαι κοινωνικός; Που οφείλεται το ότι δεν έχω φίλους; Που οφείλεται το ότι δεν πετυχαίνω τους στόχους μου; Το καθετί έχει την εξήγησή του. Σκάλισε τον εαυτό σου από την παιδική του ηλικία και προσπάθησε να τον αναλύσεις. Η καλύτερη ψυχανάλυση είναι αυτή που κάνουμε μόνοι μας. Μόνο και μόνο η διαδικασία ότι βάζουμε τον εαυτό μας απέναντι και τον εξετάζουμε μας κάνει δυνατούς. Δεχόμαστε τη φύση και τις συνήθειές μας και αφού αποκτάμε τη συνείδηση αυτών, μπορούμε άμεσα να αλλάξουμε ή τουλάχιστον να βελτιώσουμε τα κακώς κείμενα.
‘’Αγάπα τον πλησίον σου ως σεαυτόν’’. Ακόμα κι ο χριστιανισμός ανακοινώνει ότι η βασικότερη εντολή του είναι να αγαπάμε τον διπλανό μας, τον φίλο, τον αδερφό μας, όπως αγαπάμε τον εαυτό μας. Δεν απορρίπτεται δηλαδή η αγάπη του εαυτού μας, αντίθετα ενισχύεται. Όμως, αυτή η αγάπη δεν ενέχει εγωισμό. Δεν έχει καμία σχέση με τη φιλαυτία, αντιθέτως με την ευεργεσία. Αγαπώ τον εαυτό μου σημαίνει κάνω ωφέλιμα πράγματα γι’ αυτόν και συνάμα θέλω να κάνω ωφέλιμα πράγματα και για τον άλλον χωρίς να επηρεάζω αρνητικά ούτε την ψυχική μου υγεία, αλλά κι ούτε και των γύρω. Η σχέση με τον εαυτό μου αντικατοπτρίζει τη σχέση μου με τους άλλους. Πώς θα οικοδομήσω αν δεν οικοδομηθώ; Πώς θα βοηθήσω τον διπλανό μου αν δεν βοηθήσω τον εαυτό μου;
Η θλίψη και η απόγνωση λοιπόν ξεκινάει από την αδυναμία που έχω, την οποία εντοπίζω με την αυτοκριτική. Αλλάζοντας την αδυναμία, βρίσκοντας λύσεις για την καταπολέμησή της απομακρύνω την απογοήτευση, απομακρύνω τη θλίψη. Θα έρθουν πολλές κι άλλες θλίψεις και απογοητεύσεις, καθώς αποτελούν κομμάτι της ζωής. Το ερώτημα είναι κατά πόσο μπορώ να δεχθώ τη δυσκολία και κατά πόσο μπορώ να την πολεμήσω. Το να γνωρίσεις τον εαυτό σου έχει δρόμο μεγάλο, έχει μάχη σκληρή. Εντούτοις μέσα από την αυτογνωσία και την αυτοκριτική έρχεται η θεία χάρη κι έτσι χαίρεσαι όλο και πιο πολύ που είσαι ζωντανός και πολεμάς!

ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ


Κάθισε η πραγματικότητα να συνομιλήσει με τη φαντασία. Το τραπέζι άδειο και η φαντασία όντας αισιόδοξη χαμογέλασε. Είπε «θα το γεμίσω εγώ με κάθε λογής φαγητά και ποτά και θα το κοσμήσω με εκατοντάδες στολίδια». Αυτά φανταζόταν ατενίζοντας μπροστά, όταν είδε την πραγματικότητα να είναι σκυφτή και να σκέφτεται. Η πραγματικότητα χρησιμοποιούσε πάντα τη λογική της, σκληρή αυτή, σε αντίθεση με τη φαντασία που ήταν απαλή, διασκεδαστική, χαμογελαστή και ονειροπόλα. Η πραγματικότητα σκεφτόταν ότι το ένα πόδι στο τραπέζι έλειπε και ότι δεν είχε τίποτα για να το κοσμήσει , παρά μόνο τη λογική της. Τώρα, πώς αυτές οι δύο κατέληξαν να κάνουν παρέα, μη με ρωτάς….
Συναντήθηκαν τυχαία νομίζω μία Τετάρτη ή μάλλον Πέμπτη ή Σάββατο ή …δεν θυμάμαι, θα σε γελάσω. Συναντήθηκαν στο δρόμο. Η φαντασία περπατούσε χωρίς να κοιτάζει μπροστά και χωρίς να φοβάται μήπως και σκοντάψει σε καμία από τις σκορπισμένες πέτρες που υπήρχαν στο έδαφος. Τραγουδούσε και μονολογούσε γελώντας. Η πραγματικότητα ήταν πιο συνεσταλμένη. Σε μερικά σημεία του δρόμου τραγουδούσε και αυτή ενώ σε άλλα ήταν πάλι σκυφτή και σκεφτική προσπαθώντας να βρει τρόπο να προσπεράσει τις αδέξια τοποθετημένες πέτρες. Η φαντασία χτύπησε αρκετές φορές, αλλά δεν την ένοιαξε. Η πραγματικότητα χτύπησε και αυτή, αλλά λυπήθηκε.
Ένας άνθρωπος μια μέρα τις είδε στην άκρη του δρόμου να τσακώνονται. Ο καυγάς τους ήταν τόσο έντονος που αποφάσισε να επέμβει για να τις χωρίσει. «Μα γιατί τσακώνεστε με τόση μανία;» ρώτησε ο ανυποψίαστος περαστικός. Η φαντασία όντας παρορμητική και ενθουσιώδης του απάντησε «Η πραγματικότητα με κοροϊδεύει. Λέει ότι φοράω πολύ έντονα χρώματα και ότι είμαι υπερβολική!». Ο άνθρωπος κούνησε το κεφάλι του συμπονετικά και στράφηκε στην πραγματικότητα και της είπε «κι εσύ γιατί της μιλάς έτσι;» Τότε η πραγματικότητα κοιτώντας τον κατάματα του αποκρίθηκε «γιατί δεν με αφήνει να σκεφτώ με τα γέλια της και την πολυλογία της. Πρέπει να βρω λύσεις σε σημαντικά ζητήματα.» Ο άγνωστος άνδρας ρώτησε και πάλι την πραγματικότητα «Καλά, εσύ δεν διασκεδάζεις ποτέ;». «Μα φυσικά, όταν είναι κατάλληλες οι συνθήκες, διασκεδάζω». Ο άνδρας πάλι έγνεψε το κεφάλι του και πλησίασε τη φαντασία «Κι εσύ κυρία Φαντασία , γιατί γελάς συνέχεια και μιλάς δυνατά προκαλώντας την Πραγματικότητα;» «Ε, σκέφτομαι ότι ίσως θέλει λίγη παρακίνηση και αυτή για να ξεφύγει».
Ο άνδρας έκανε ένα βήμα πίσω και τις άφησε να μιλάνε. Κάθισε για μερικά λεπτά και τις χάζευε. Του άρεσαν και οι δύο. Η φαντασία τολμηρή και πολλά υποσχόμενη. Η πραγματικότητα σταθερή και σοβαρή.
Τότε μια γυναίκα τον πλησίασε ρωτώντας τον: « Τι κάνεις εδώ; Έχεις ένα βλέμμα αρκετά στοχαστικό!» Ο άνδρας κοιτάζοντας τη γυναίκα με μια πλάγια ματιά, στάθηκε μερικά δευτερόλεπτα και της είπε «Βλέπω τη φαντασία μου και την πραγματικότητα μου να συνομιλούν και να μαλώνουν. Αλλά τελικά αποφάσισα ότι το βράδυ θα κοιμηθώ με τη φαντασία και το πρωί θα ξυπνήσω με την πραγματικότητα. Έτσι, δεν θα βλέπονται μεταξύ τους και θα είναι και οι δύο ικανοποιημένες».
Η γυναίκα τού μειδίασε, έγραψε κάτι μέσα στο κόκκινο πολυσέλιδο σημειωματάριο της και του είπε «Τέλος, για σήμερα. Η συνεδρία μας θα συνεχιστεί την επόμενη εβδομάδα».

Δευτέρα 20 Μαΐου 2013

ΔΕΝ ΕΙΣΑΙ ΜΟΝΟΣ

Κάποτε ένας άνθρωπος είχε να επιλέξει να ακολουθήσει ανάμεσα σε δύο δρόμους. Ο ένας ήταν στενός, ανηφορικός και κακοτράχαλος, ενώ ο άλλος πλατύς και ίσιος. Κάποιος του είπε ότι ο στενός δρόμος οδηγούσε σε ουράνια παλάτια, έμπροσθεν του δημιουργού του σύμπαντος κι ως πιστός ζηλωτής ακολούθησε με αποφασιστικότητα την στενή οδό, ενώ παράλληλα έβλεπε τον πλατύ δρόμο στα δεξιά του. Κάποια στιγμή η ανάσα του άρχισε να γίνεται βαριά και το σώμα του να εξασθενεί και να κάμπτεται. Σε ένα σημείο εκεί που γόγγυζε είδε έναν άνθρωπο κατάχαμα στο έδαφος να σέρνεται και να πονά. ‘’Τι κάνεις εσύ εδώ;’’ Τον ρώτησε. ‘’Δεν μπορώ άλλο να συνεχίσω κουράστηκα, αλλά εσύ συνέχισε, μην τα παρατάς, μπορείς. Μην κάνεις το λάθος που έκανα εγώ’’. Τότε ο Θεός έβαλε στην καρδιά του ανθρώπου να σηκώσει αυτόν που κειτόταν στο έδαφος. ‘’Δεν τερματίζω αν δεν τερματίσουμε μαζί’’. -‘’Μα δεν θα μπορέσουμε, σου είμαι πρόσθετο βάρος’’. -‘’Όχι, δεν τερματίζω μόνος μου. Ή μαζί θα σταματήσουμε ή μαζί θα συνεχίσουμε ως το τέρμα’’. Τότε ο δρόμος έγινε πιο δύσκολος, αλλά η δύναμη αυξήθηκε και χωρίς να το καταλάβουν οι δύο άνδρες πέρασαν τη γραμμή τερματισμού και είδαν το παλάτι που τους περίμενε. Υπηρέτησε τον διπλανό σου, βοήθησέ τον να σηκωθεί κι εκείνος εσένα με τη χάρη του Θεού. Όταν είμαστε πολλοί, ενωμένοι με την αγάπη ο δρόμος γίνεται πιο σύντομος και περισσότερο βατός. Δεν είσαι μόνος. 

Τετάρτη 15 Μαΐου 2013

ΝΕΑ ΖΩΗ


Έμεινε για λίγο σκυφτός κοιτώντας κατάματα τη γη, παρακολουθώντας τη σκόνη να απλώνεται σιγά σιγά τριγύρω ακολουθώντας τον αέρα. ‘’Κάποτε ήμουνα σκόνη’’, σκέφτηκε, ‘’στη γη μέσα κατοικούσα. Κομμάτι που ελευθερώθηκε και ντύθηκε με ανάσα, σάρκα, οστά και σκέψη’’. Σηκώθηκε σιγά, απόλυτα ήρεμος με αναπνοή σε χαλαρούς ρυθμούς και κοίταξε ως τα πέρατα του ορίζοντα το γαλάζιο σεντόνι που απλωνόταν ολόγυρα, λαμπερό σαν χρυσαφένιο όνειρο κάτω απ’ του ήλιου τον  χρυσοποίκιλτο μανδύα.
Χρυσάφι ονειρεύτηκε, στη γη, όμως, δεν το βρήκε. Τόσο καιρό βουτηγμένος στη ματαιοδοξία του, πιστεύοντας στο ψέμα, στην πλάνη αυτού του κόσμου, στη φαινομενική ευμάρεια. Πόσες φορές δεν κοίταξε τον εαυτό του στον καθρέφτη με καμάρι, σφίγγοντας το στήθος του, ρουφώντας την κοιλιά του, πολεμώντας να κάνει τα μαλλιά του να σταθούν με στυλ…πόσες φορές δεν ένιωσε τη φιλαρέσκεια να τον καταβάλει, να αισθάνεται ότι μπορεί να έχει τα πάντα λόγω της ομορφιάς του, αλλά τελικά συνειδητοποίησε ότι δεν είχε τίποτα. Γιατί θαυμάζεις το ωραίο λουλούδι,  το κόβεις κι έτσι η ρίζα μένει μόνη, αυτή που το στηρίζει και του χαρίζει βάθος. 
Χαμένος μέσα στα λάθη του, ένιωσε κενός όσο ποτέ. Ανάμεσα σε κόσμο κι αυτός να είναι μόνος. Σαν να θωρεί τον εαυτό του σε μια γωνιά μονάχο κι εαυτός να τον κοιτά μελαγχολικά και να λυπάται! Κι εκεί που θωρούσε κατάματα τη μοναξιά του, ένας φίλος του χτυπούσε την πλάτη κι εκείνος νόμιζε ότι επαναφερόταν στην πραγματικότητα και γελούσε. Και να τώρα αισθάνεται να πονά απ’ το μαχαίρι…
Η ματιά του φεύγει ως πέρα. Νιώθει τον εαυτό του να πετά και να χάνεται. Ο αέρας του μιλά, ο ήλιος τον χαϊδεύει. Ηρεμία στην ψυχή, γαλήνη, πέρα απ’ του κόσμου τα βογγητά, προετοιμάζεται να παλέψει, μάχη θα δώσει να σωθεί, να κρατηθεί από την αδικία, να πληρωθεί με ζωή, με πραγματική τροφή. Αναζητά την ευτυχία.
 Εδώ, στο ίδιο σημείο εκκίνησης, τότε που γνώρισε τον κόσμο, τώρα ετοιμάζεται να γνωρίσει τη ζωή και την απλότητα της που πολλές φορές δεν περιβάλλει τον κόσμο, μονάχα την ψυχή. Η αναπνοή συνεχίζει όλο και πιο χαλαρή. Το οξυγόνο επαρκές για να αντέξει.
Βουτάει σε βαθιά νερά αποφασισμένος  να δώσει μάχη. Πυξίδα η νέα του ζωή. Με φόντο το γαλάζιο, τον βλέπεις να ονειρεύεται ξανά και να ανακαλύπτει την αλήθεια. Ανώτερη από όλους είναι. Δυνατή και ρωμαλέα. Θυσία θέλει και θάρρος. Μα πάνω απ’ όλα αγάπη! Όταν θα βγει στην επιφάνεια θα δει πιο καθαρά, ότι η μάχη είναι ωραία και αξίζει. Τώρα η ψυχή πετάει μακριά…ως τον ορίζοντα τη βλέπει…βγάζει φτερά και κολυμπά, μες στο γαλάζιο φέγγει!