Τετάρτη 8 Μαΐου 2013

ΟΙ ΓΡΑΜΜΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΧΡΩΜΑΤΑ


Άπλωσες το χέρι σου μετρώντας τα δάχτυλά μου. Ίδιος αριθμός με τα δικά σου. Άγγιξες τα μάτια μου ακροπατώντας τις αδύναμες βλεφαρίδες μου κι ένιωσες το βλέμμα μου να σε κοιτά με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο κοίταζες εμένα. Έβαλες το χέρι σου επάνω στην καρδιά μου και άκουσες τον χτύπο μου να αυξάνεται όλο και πιο πολύ όση ώρα έπιανες σε διαφορετικά σημεία συνειδητοποιώντας ότι με τον ίδιο ρυθμό χτυπά η καρδιά σου όταν σ’ ακουμπάω. Άκουσες το γέλιο μου να δυναμώνει με τον ίδιο τρόπο που δυναμώνει το δικό σου όταν κάποιος σε αγαπά. Είπες ‘’είμαστε ίδιοι, πλασμένοι από το ίδιο χέρι, σώμα, καρδιά, ψυχή, μυαλό’’. Συμφώνησα νεύοντας, ενώ ζωγράφιζα στον τοίχο.
Μια μέρα κάποιος με έσπρωξε και μου είπε ότι είμαι καλύτερη από εσένα. Φάνηκε στις γραμμές που τράβηξα για τα σχέδιά μου. Κάποιος άλλος είπε ότι εσύ είσαι καλύτερος. Φάνηκε από τα χρώματα με τα οποία γέμισες τις γραμμές. Για χρόνια πιστεύαμε για τους εαυτούς μας ότι είμαστε καλύτεροι ο ένας από τον άλλον. Τότε ζωγράφιζα χωρίς να σου δίνω σημασία. Κι εσύ έκανες το ίδιο. Δεν ενοχλούσαμε ο ένας τον άλλο. Ζωγραφίζαμε μες στη μοναξιά της σιωπής μας.
 ‘Ώσπου κάποιος ήρθε και μου πήρε τις γραμμές κι εσένα τα χρώματα. Με κατηγόρησες ότι στα έκρυψα, ενώ εγώ σε κατηγόρησα ότι κι εσύ έκρυψες τις γραμμές μου. Όλη τη μέρα μαλώναμε κατηγορώντας ο ένας τον άλλον.
 Ώσπου κάποιος μας έδειξε μία γωνία με τις γραμμές μου και τα χρώματά σου. ‘’Εγώ σας τα πήρα μακριά’’, μας είπε, ‘’γιατί εγώ σας τα έδωσα ώστε να ζωγραφίσετε μαζί. Εσείς όμως κομπάσατε. Καταχραστήκατε τα δώρα σας και νομίζατε ότι μόνοι θα τα καταφέρνατε. Ο εγωισμός σας αυξήθηκε’’.
Με κοίταξες με λύπη. Σε κοίταξα με θλίψη. Σκέφτηκα να σε αγκαλιάσω, να σου ζητήσω συγνώμη. Σκέφτηκες να κλάψεις στα γόνατά μου. Τελικά κλάψαμε στην αγκαλιά του ευεργέτη μας κι εκείνος καθάρισε τον τοίχο και χαμογελώντας μας είπε ‘’τώρα ζωγραφίστε μαζί σε καθαρό τοίχο, με βλέμμα καθαρό και καθαρή καρδιά’’.
Πήρα τις γραμμές μου. Πήρες τα χρώματά σου. Ζωγράφισες το βλέμμα μου. Ζωγράφισα την καρδιά σου. Κι όσο περνούσε ο καιρός ο τοίχος γέμισε με καρδιές, βλέμματα κι οι καλλιτέχνες πολλοί. Χαμογέλασες και χαμογέλασα. Όλοι μαζί ένα σώμα κι ο ευεργέτης μεγάλωνε τον τοίχο, αύξανε τις γραμμές, πλήθαινε τα χρώματα….

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου